Γράφει ο Γιώργος Καζολέας, δικηγόρος
Η έννοια του εγγράφου έχει πλέον καταστεί ευρύτερη με την
συχνή χρήση των ηλεκτρονικών μέσων, υπολογιστών, «έξυπνων» κινητών τηλεφώνων
κλπ. Έγγραφο υπό την έννοια του νόμου αποτελεί και το λεγόμενο ηλεκτρονικό
έγγραφο (email, sms κλπ) ενώ πλέον έχει τεθεί σε εφαρμογή η ηλεκτρονική
ταυτοποίηση μέσω ηλεκτρονικών υπογραφών και σφραγίδων και επομένως και σε αυτές
τις αποτυπώσεις υπό την έννοια «έγγραφα» θα πρέπει να τους προσδίδεται
αποδεικτική ισχύς στο πλαίσιο των δικαστικών διαδικασιών, αστικών, ποινικών και
διοικητικών, όπως συμβαίνει και με τα παραδοσιακά, ενσωματωμένα σε χαρτί,
έγγραφα.
Ήδη, όσον αφορά στην Κύπρο, έχει ήδη κατατεθεί από τις 19
Μαϊου 2017, στην Επιτροπή Νομικών της Βουλής ο περί Αποδείξεως (Τροποποιητικός)
Νόμος του 2017 (Αρ. Φακ. 23.01.058.087-2017).
Σκοπός του νομοσχεδίου είναι η τροποποίηση του περί
Αποδείξεως Νόμου ώστε ο ορισμός του εγγράφου να συμπεριλαμβάνει και τις
ηλεκτρονικές υπογραφές, ηλεκτρονικές σφραγίδες, ηλεκτρονικές χρονοσφραγίδες,
ηλεκτρονικά έγγραφα, ηλεκτρονική υπηρεσία συστημένης παράδοσης όπως ορίζονται
στον Κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 910/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του
Συμβουλίου της 23ης Ιουλίου 2014 σχετικά με την ηλεκτρονική ταυτοποίηση και τις
υπηρεσίες εμπιστοσύνης για τις ηλεκτρονικές συναλλαγές στην εσωτερική αγορά και
την κατάργηση της οδηγίας 1999/93/ΕΚ.
Με την τροποποίηση αυτή, όπως αναφέρεται στο νομοσχέδιο, θα
καταστεί δυνατή η προσκόμιση των εν λόγω ηλεκτρονικών εγγράφων, υπογραφών και
σφραγίδων ως αποδεικτικά στοιχεία σε ποινικές και αστικές διαδικασίες ενώπιον
των αρμόδιων δικαστηρίων.
Αξίζει να σημειωθεί ότι στο άρθρο 2 του Νόμου περί
Αποδείξεως όπως ισχύει σήμερα, στην ερμηνεία του όρου "έγγραφο", το
τελευταίο σημαίνει οτιδήποτε, επί του οποίου καταγράφεται ή αποτυπώνεται
οποιαδήποτε πληροφορία ή παράσταση οποιουδήποτε είδους και «αντίγραφο» (σε σχέση
με έγγραφο) σημαίνει οτιδήποτε, επί του οποίου η εν λόγω πληροφορία ή παράσταση
έχει αντιγραφεί με οποιοδήποτε μέσο, είτε άμεσα είτε έμμεσα.
Η ευρύτερη αυτή ερμηνεία του όρου, που προφανώς περιλαμβάνει
και το ηλεκτρονικό έγγραφο, είναι αποτέλεσμα τροποποίησης που έγινε το 2004 με
τον αρ.32(Ι)/2004 περί Αποδείξεως Τροποποιητικό Νόμο.
Ωστόσο η λεπτομερέστερη και περιπτωσιολογική νομοθετική
προσέγγιση του ορισμού του εγγράφου που θα περιλαμβάνει τις εν τω μεταξύ
ραγδαίες εξελίξεις της τεχνολογίας στο συγκεκριμένο πεδίο, σε συνάρτηση με τη
χρήση των νέων συστημάτων ηλεκτρονικής ταυτοποίησης, που προβλέπονται στον
παραπάνω Κανονισμό της ΕΕ, θα εδραιώσει υψηλότερο επίπεδο ασφάλειας δικαίου στο
αποδεικτικό δίκαιο της Κύπρου.
Αναφορικά με τον
Κανονισμό
910/2014 ΕΕ , ο τελευταίος καθορίζει τους όρους υπό τους οποίους τα
κράτη μέλη αναγνωρίζουν τα μέσα ηλεκτρονικής ταυτοποίησης φυσικών και νομικών
προσώπων που εμπίπτουν σε κοινοποιημένο σύστημα ηλεκτρονικής ταυτοποίησης άλλου
κράτους μέλους, θεσπίζει κανόνες για τις υπηρεσίες εμπιστοσύνης, ιδίως για τις
ηλεκτρονικές συναλλαγές και τέλος θεσπίζει νομικό πλαίσιο για τις ηλεκτρονικές
υπογραφές, τις ηλεκτρονικές σφραγίδες, τις ηλεκτρονικές χρονοσφραγίδες, τα
ηλεκτρονικά έγγραφα, τις ηλεκτρονικές υπηρεσίες συστημένης παράδοσης και τις
υπηρεσίες πιστοποιητικών για την επαλήθευση της ταυτότητας ιστοτόπων.
Όσον αφορά στο πεδίο εφαρμογής του, ο κανονισμός εφαρμόζεται
στα συστήματα ηλεκτρονικής ταυτοποίησης που κοινοποιούνται από κράτος μέλος και
στους παρόχους υπηρεσιών εμπιστοσύνης που είναι εγκατεστημένοι στην Ένωση.
Σχόλια