Κληρονομικό δικαίωμα του κυοφορούμενου
Σύµφωνα µε το άρθρο 1711 του Αστικού Κώδικα (ΑΚ) ο
κυοφορούµενος µπορεί να κληρονοµήσει τόσο εκ διαθήκης όσο και εξ αδιαθέτου. Όπως
αναφέρει η διάταξη, κληρονόμος μπορεί να γίνει εκείνος που κατά το χρόνο της
επαγωγής βρίσκεται στη ζωή ή έχει τουλάχιστον συλληφθεί. Κληρονόμος μπορεί να
γίνει και το τέκνο που γεννήθηκε ύστερα από μεταθανάτια τεχνητή γονιμοποίηση.
Χρόνος της επαγωγής είναι ο χρόνος θανάτου του κληρονομουμένου. Συνεπώς, ο
κυοφορούµενος έχει πλήρη ικανότητα να κληρονοµήσει, υπό την αναβλητική νοµική
αίρεση (condition iuris) ότι θα γεννηθεί ζωντανός. Αν η αίρεση πληρωθεί, ο
κυοφορούµενος θεωρείται ότι ήταν ήδη κατά το θάνατο του κληρονοµούµενου
(ενέργεια ex tunc) γεννηµένος. Συνεπώς είχε κατά τον ίδιο χρόνο την ικανότητα
να κληρονοµήσει και γι`αυτό αποκτά και κληρονοµικό δικαίωµα (ΑΚ 36, 1710
παρ.1).
Αν όµως η πλήρωση της αίρεσης µαταιωθεί, η
συνέπεια είναι, ότι ο κυοφορούµενος δεν είχε ποτέ την ικανότητα να κληρονοµήσει
και ούτε έγινε ποτέ κληρονόµος. Γι’ αυτό στην κληρονοµία καλούνται τα πρόσωπα
που θα καλούνταν αµέσως µε την επαγωγή αν δεν υπήρχε ο κυοφορούµενος. Ο
τελευταίος, υπό τις παραπάνω προϋποθέσεις υπεισέρχεται όχι µόνο στα δικαιώµατα
αλλά και στις υποχρεώσεις της κληρονοµίας. Αυτή άλλωστε είναι και η έννοια της
καθολικής διαδοχής. Άλλο είναι το ζήτηµα ότι κατ`ανάλογη εφαρµογή της ΑΚ 1912 ο
κυοφορούµενος κληρονοµεί πάντοτε µε το ευεργέτηµα της απογραφής. (σχετ. ΜΠρΡοδ
259/12)
Σχόλια